Στην εποχή του ήταν φαινόμενο για τον αθλητισμό. Το ταλέντο ευδιάκριτο, απ’ όλους. Μήκος άνευ φορά, ύψος, αλλά και ποδόσφαιρο. Αν και ήταν αθλητής του Πανελληνίου, υπήρξε ο πρώτος τερματοφύλακας του Παναθηναϊκού. Πάνω απ’ όλα, όμως, ήταν πατριώτης. Άνθρωπος που αγαπούσε την πατρίδα του.
Γεννημένος στις 30 Οκτωβρίου του 1888 στην Πύλο, ο Κώστας Τσικλητήρας, αναδείχθηκε σε μία από τις σημαντικότερες μορφές του ελληνικού αθλητισμού, παρά το γεγονός ότι πέθανε πολύ νέος. Από πολύ νωρίς φάνηκε πως είχε κλίση προς τον αθλητισμό. Ήταν πολύ δυνατός, ψηλός (1,92μ.), με έφεση στο άλμα και δεν ήταν τυχαίο ότι κέρδιζε όλους τους μαθητικούς αγώνες και σε διαφορετικά αγωνίσματα. Μάλιστα, κάποιοι λένε πως στην αυλή του σπιτιού του έμπαινε πηδώντας τη μάντρα και πως πήδηξε μέχρι και τρία άλογα δεμένα μαζί!
Tο 1906 πήρε μέρος στους Πανελλήνιους αγώνες, κατακτώντας το χάλκινο μετάλλιο στο μήκος άνευ φοράς, με άλμα 2.83μ.Την επόμενη χρονιά κατέκτησε τρία χρυσά μετάλλια στους Πανιώνιους αγώνες με επιδόσεις, στο άλμα εις ύψος 1.65μ., στο ύψος άνευ φοράς 1.40μ. και στο μήκος άνευ φοράς 3.25μ. Για τις επιτυχίες του, του απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός του Πανιωνίου.
Το 1908 συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, όπου κατέκτησε δύο αργυρά μετάλλια: στο ύψος άνευ φοράς με 1.55μ. και στο μήκος άνευ φοράς με 3.25μ. Το γεγονός ότι δεν ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου τον στενοχώρησε και τον πείσμωσε όπως φαίνεται και στο γράμμα που έστειλε στην οικογένειά του: «Το φέρω πολύ βαρέως που έχασα. Μα ήταν η πρώτη φορά που αγωνιζόμουν σε ξένη χώρα και είναι αλήθεια ότι σάστισα μόλις βρέθηκα στο στάδιο του Λονδίνου, ασφυκτικώς γεμάτο και ανάμεσα στους πανύψηλους συναθλητάς μου Αμερικανούς και Σουηδούς. Τώρα επήρα θάρρος, θα επιδοθώ με μεγαλύτερο ζήλο και είμαι βέβαιος ότι θα γίνω πρώτος Ολυμπιονίκης».
Σημαντικό ντοκουμέντο για τον Τσικλητήρα αποτελεί και η ανταπόκριση που έστειλε από το Λονδίνο προς την εφημερίδα «Χρόνος», ο γνωστός λογοτέχνης Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Σε αυτήν αναφέρει, μεταξύ άλλων: «Είναι σώμα υψηλόν, λεπτόν, καλογραμμένο. Εις το σχέδιον του μελαχρινού προσώπου του, των μήλων, των ματιών, των χειλέων, του πώγωνος νομίζεις ότι επέρασεν ελαφρώς, ολίγον κοντύλι Γκύζη. Από πάνω ως κάτω ο νέος αυτός έχει ευγενεστάτην γραμμήν. Μελαχρινός, πολύ υψηλός σχετικώς με τη νεότητά του, πόδια μεγάλα και λαστιχένια, ως σκύλου πόιντερ, σύμμετρον και χαριτωμένον σύνολον.
Το μόνον μειονέκτημά του είναι ότι δεν έχει, ακόμη, την αθλητικήν ανάπτυξιν που του χρειάζεται. Πολύ ολίγον έχει γυμνασθεί και είναι μάλλον αδύνατος. Αλλά η νίκη του εις το αγγλικόν στάδιον του έδειξε τον δρόμον και είναι αρκετά έξυπνος ώστε να μην τον χάσει. Από τώρα και εις το εξής πρέπει να ζει διαρκώς μέσα εις τα γυμναστήρια».
Μετά το Λονδίνο εργάστηκε ακόμη πιο σκληρά. Μάλιστα το 1912, λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης (την πρωταπριλιά στην Αλεξάνδρεια) ισοφάρισε το παγκόσμιο ρεκόρ στο μήκος άνευ φοράς, με 3.47μ. και παράλληλα κατέρριψε το παγκόσμιο ρεκόρ στο άλμα εις ύψος, με 1,72μ.
Στους Αγώνες της Στοκχόλμης, όπου ήταν σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής, θριάμβευσε. Με άλμα στα 3.37μ. στο μήκος άνευ φοράς και ύστερα από επική μάχη με τους Αμερικανούς αδελφούς Μπεν και Πλατ Ανταμς, κέρδισε το χρυσό μετάλλιο! Επίσης, πήρε και το χάλκινο στο ύψος άνευ φοράς με 1.55 μ.
Η Ελλάδα είχε βρει τον ήρωά της! Ο Τύπος τον εξύμνησε και χιλιάδες κόσμου τον αποθέωσαν στο σταθμό Λαρίσης, στην επιστροφή του από τη σουηδική πρωτεύουσα. Ο κόσμος ζητωκραύγαζε, όταν ο Τσικλητήρας σήκωσε ψηλά τα δύο μετάλλια.
Ο Τσικλητήρας, όμως, δεν πρόλαβε να χαρεί το θρίαμβό του. Λίγους μήνες μετά την επιστροφή του, ξέσπασε ο A’ Βαλκανικός Πόλεμος. Χιλιάδες Έλληνες κατετάγησαν στο στρατό και ακόμη περισσότεροι ομογενείς κατέφθασαν ως εθελοντές. Κόσμος ερχόταν από την Αμερική για να συμμετάσχει στον πατριωτικό αγώνα. Από αυτή την προσπάθεια δεν μπορούσε να λείπει το αγαπημένο παιδί της Ελλάδας, ο «χρυσός» Ολυμπιονίκης Κωστής Τσικλητήρας.
Κατατάχτηκε αμέσως. Οι ανώτεροί του, όμως, δεν ήταν διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν τη ζωή ενός ινδάλματος του ελληνικού λαού. Το 1916 θα διεξάγονταν πάλι Ολυμπιακοί Αγώνες και η ελληνική κυβέρνηση προόριζε τον Τσικλητήρα για άλλο ένα χρυσό μετάλλιο. Δεν μπορούσαν να θυσιάσουν στο πεδίο της μάχης, αυτό το σπουδαίο ταλέντο, ένα από τα ελάχιστα που είχε η Ελλάδα. Οι εντολές έρχονταν από τον πρίγκιπα Νικόλαο. Σύμφωνα με το αφιέρωμα της «Μηχανής του Χρόνου» στον Κωνσταντίνο Τσικληρληρα «προσπάθησαν να τον στείλουν στα μετόπισθεν για να μην κινδυνεύσει η ζωή του. Ο Κωστής δεν υπάκουσε. Ντρεπόταν να μείνει πίσω όταν τ΄ αδέλφια του βρίσκονταν στο μέτωπο. Ήθελε να πολεμήσει για την πατρίδα του και το φώναζε με κάθε τρόπο. Αρνήθηκε να γυρίσει στην Αθήνα, αλλά δεν κατάφερε να πολεμήσει. Οι αξιωματικοί τον τοποθετούσαν πάντα μακριά από τις μάχες. Του ανέθεταν να συνοδεύει αιχμαλώτους και όποια άλλη δουλειά εξασφάλιζε την απουσία του απ’ το μέτωπο. Η οικογένειά του ανησυχούσε και τον συμβούλευε να δεχτεί τις συστάσεις των αξιωματικών και να γυρίσει στην Αθήνα. Μέχρι και ο Μπενάκης, που ήταν φίλος της οικογένειας Τσικλητήρα, του είχε προτείνει να εργαστεί στις επιχειρήσεις του στην Αίγυπτο για να τον κρατήσει μακριά απ’ τον πόλεμο».
Ο Τσικλητήρας έδειχνε με κάθε τρόπο ότι δεν ήθελε να του φέρονται διαφορετικά επειδή ήταν Ολυμπιονίκης. Το Δεκέμβριο, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αθήνα. Με βαριά καρδιά είχε υπακούσει τις εντολές, επειδή οι γονείς του κόντευαν να τρελαθούν απ’ την έγνοια τους. Όμως, ήταν πολύ αργά.
Ο Κωστής είχε ήδη προσβληθεί από το μικρόβιο της μηνιγγίτιδας. Αρρώστησε βαριά και πέθανε, σαν σήμερα πριν από 108 χρόνια, στις 10 Φεβρουαρίου του 1913. Ήταν μόλις 25 ετών.
O Τσικλητήρας κηδεύτηκε στο Α΄ νεκροταφείο Πατρών. Πάνω στην πλάκα τοποθετήθηκαν οι πέντε κύκλοι, το έμβλημα των Ολυμπιακών Aγώνων. Το 1963 διοργανώθηκαν για πρώτη φορά από τον Πανελλήνιο οι αγώνες στίβου στη μνήμη του.